Σάββατο 2 Απριλίου 2011

Πατάτες βαφτισμένες ... από την Αίγυπτο

ΟΡΓΙΟ ΑΠΑΤΗΣ


Πώς τα κυκλώματα βαφτίζουν ελληνικό το βασικό διατροφικό προϊόν με στόχο τη διαμόρφωση υψηλής τιμής
Πατάτες Θήβας... από την Αίγυπτο



 Γαλλική πατάτα από την... Τρίπολη της Πελοποννήσου, κυπριακή πατάτα από την... Αίγυπτο, αλλά και από τη... Θήβα, ό,τι θέλει ο καθένας μπορεί να βρει στις κατά τόπους λαϊκές αγορές. Το υψηλό ειδικό βάρος που έχει η πατάτα στο «χρηματιστήριο» των κηπευτικών- αντίστοιχο με αυτό της ντομάτας- «νομιμοποιεί» ένα όργιο απάτης που στήνεται με το βασικό διατροφικό προϊόν εις βάρος των καταναλωτών. Στην κομπίνα συμμετέχουν εισαγωγείς, χονδρέμποροι, τελωνειακοί υπάλληλοι αλλά και λιανοπωλητές. Το κύκλωμα έχει κάθε λόγο να ρισκάρει, αφού ο ετήσιος τζίρος της πατάτας πλησιάζει τα περίπου 350 εκατ. ευρώ τον χρόνο στη λιανική και περί τα 270 εκατ. ευρώ στη χονδρική πώληση. Ετησίως μάλιστα οι έλληνες καταναλώνουν 400- 500 εκατομμύρια κιλά.

Στις αρχές του Φεβρουαρίου ο κ. Δ.Κολώνιας, αντιπρόεδρος της εταιρείας Αkarport ΑΕ, που διαχειρίζεται το λιμάνι Πλατυγιάλι, στην περιοχή του Αστακού, έστειλε μια απεγνωσμένη επιστολή στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Κ.Σκανδαλίδη με την οποία διαμαρτυρόταν επειδή οι υπηρεσίες του υπουργείου έδωσαν άδεια εκφόρτωσης αιγυπτιακής πατάτας και σε άλλα λιμάνια (Πάτρα, Κιάτο κ.α.) που δεν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές! Διότι η κομπίνα αρχίζει από το λιμάνι εκφόρτωσης.
Η επιλογή του λιμανιού δεν γίνεται τυχαία. Οι εισαγωγείς αποφεύγουν το Πλατυγιάλι όπου υπάρχει φυτοπαθολογικός έλεγχος και προτιμούν λιμάνια όπου λόγω έλλειψης υποδομής γίνεται πλημμελής ή και καθόλου έλεγχος, όπως ορίζει ο νόμος. Επιπλέον, ενώ υπάρχει αγορανομική διάταξη με την οποία απαγορεύεται η ανασυσκευασία της πατάτας, οι χονδρέμποροι την έχουν παρακάμψει διότι πλέον το προϊόν έρχεται συσκευασμένο σε μεγάλους λευκούς σάκους των 1.200- 1.250 κιλών ο ένας και εκ των πραγμάτων μετασυσκευάζεται.
Μετά παίρνει τον δρόμο για το πλυντήριο και στη συνέχεια για το... χώμα της αντίστοιχης περιοχής, στο οποίο θα το «βαφτίσουν» ανάλογα με την «επωνυμία» που θα του δώσουν. Αν θέλουν να την ονομάσουν «Αχαΐας», θα την πάνε σ΄ αυτή την περιοχή, αν θέλουν «Ηλείας» ή «Βοιωτίας», θα πάρουν τον δρόμο για τα αντίστοιχα χωράφια. Ετσι λοιπόν το προϊόν, αφού «βαφτιστεί» στο χώμα της επιλογής τους, μπαίνει στο κανάλι της διανομής και λίγο αργότερα βρίσκεται στα χέρια του καταναλωτή. Η «βάφτιση» όμως δεν θα είχε κανένα νόημα αν δεν οδηγούσε στο «διά ταύτα», δηλαδή στη διαμόρφωση υψηλής τιμής.
Ας πάρουμε την τρέχουσα περίοδο, όπου η εγχώρια ποσότητα είναι ελάχιστη- η ημερήσια κατανάλωση μάλιστα υπολογίζεται ότι είναι περισσότερα από 1,2 εκατομμύρια κιλά- και ως τα τέλη του Μαΐου η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει. Μάλιστα αυτή την περίοδο η ελληνική παραγωγή είναι ελάχιστη- δεν αντιστοιχεί ούτε στο 10% της κατανάλωσης. Λόγω λοιπόν της περιορισμένης εγχώριας παραγωγής οι χονδρέμποροι ανεβάζουν την τιμή και έτσι στις λαϊκές αγορές (κυρίως) αλλά και στα μανάβικα η λιανική τιμή της πατάτας κυμαίνεται από 85 λεπτά ως και 1 ευρώ το κιλό και φυσικά είναι «ελληνική».
Οι χονδρέμποροι είναι οι ίδιοι, στην πλειονότητά τους, που διακινούν τόσο την εγχώρια όσο και την εισαγόμενη. Αφού «στήσουν» την τιμή σε υψηλά επίπεδα, φέρνουν στη συνέχεια μεγάλες ποσότητες από την Αίγυπτο, απ΄ όπου, όπως λέγεται, έχουν τη δυνατότητα να γράψουν στα τιμολόγια που εκδίδονται εκεί εικονική υψηλή τιμή. Το προϊόν εισάγεται στην Ελλάδα σε υψηλότερη τιμή από την κανονική και «βρίσκει» εδώ επίσης υψηλή τιμή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ως πρόσχημα για την άνοδο της τιμής της την τελευταία περίοδο χρησιμοποιήθηκε η εξέγερση της αιγυπτιακής κοινωνίας! Αν διακινηθεί ως εισαγόμενο από την Αίγυπτο στην τιμή που αναγράφεται στο τιμολόγιο θα προστεθεί ποσοστό κέρδους 8% για τον πρώτο χονδρέμπορο, 6% για τον δεύτερο χονδρέμπορο, 23% για τον πωλητή της λαϊκής αγοράς (25% για τον μανάβη ή το σουπερμάρκετ) και στην τιμή που θα διαμορφωθεί θα προστεθεί και ΦΠΑ 13%. Ετσι προκύπτει η λιανική τιμή.
Αν μάλιστα η «βάφτιση» προσθέσει μερικές δεκάδες σεντς, τότε είναι εύλογο η τελική τιμή- όπως συμβαίνει σήμερα- να διαμορφωθεί από 0,90 ως 1 ευρώ το κιλό. Αν ο χονδρέμπορος είναι «μερακλής» και θέλει να τη «βαφτίσει» κυπριακή- είναι εξαιρετικής ποιότητας και ως εκ τούτου εισάγεται ακριβά- τότε μπορεί να την πουλήσει ως και 1,20 ευρώ το κιλό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ    ΡΕΠΟΡΤΑΖ Δ. ΧΑΡΟΝΤΑΚΗΣ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...